- τεσσαρακοντάκις
- ΝΑ(λόγιος τ.) επίρρ. σαράντα φορές.[ΕΤΥΜΟΛ. < τεσσαράκοντα + επιρρμ. κατάλ. -(α)κις (πρβλ. πεντ-άκις)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ισημερινός — Ο ιδεατός κύκλος που σχηματίζεται στην επιφάνεια της Γης, αν κόψουμε τη γήινη σφαίρα με ένα επίπεδο το οποίο διέρχεται από το κέντρο της και είναι κάθετο στον άξονα περιστροφής της. Η γωνία την οποία σχηματίζει η ακτίνα της Γης που διέρχεται από… … Dictionary of Greek